Με προβληματίζει για το πως το κράτος κατάφερε να εκπαιδεύσει ένα μεγάλο αριθμό επαγγελματιών στον χώρο την μετάδοσης των πληροφοριών, ώστε ακούσια τις περισσότερες φορές, να ασκούν βρόμικη προπαγάνδα, εκείνη που διεγείρει τον κοινωνικό αυτοματισμό και υποτάσσει τους πολίτες ως άβουλα όργανα σε ότι υπηρετείται η εξουσία.
Σήμερα, παρακολουθώντας την πρωϊνή εκπομπή της ΕΡΤ, με θέμα την εκπαίδευση και την στάση των καθηγητών και δασκάλων, η εκφωνήτρια με μια βεβαιότητα Καμψή ή Κεδίκογλου επιτέθη στον κ. Κάτσικα, λέγοντας του ότι σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να κλείσουν τα σχολεία.
Προφανώς ορμώμενη από την ανάγκη της, που να αφήσει τα παιδιά της αν τα σχολεία είναι κλειστά.
Οι περισσότεροι που αντιδρούν στο κλείσιμο των σχολείων, ως άμυνα στον σκοταδισμό που καταδικάζει η Κυβέρνηση τα παιδιά του λαού, το κάνουν γιατί το σχολείο αποτελεί διέξοδο φύλαξης των παιδιών τους όταν εκείνοι εργάζονται ή κάποιοι εξ αυτών θα θελαν να πάνε για ψώνια ή για ένα καφέ.
Ας μπούμε λοιπόν στο ζήτημα της εκπαίδευσης ως πολιτικό ζήτημα, δηλαδή ως ζήτημα παιδείας.
Η εκπαίδευση και η παιδεία είναι δύο διαφορετικά πράγματα, που όμως συναντιόνται στο επίπεδο της διοίκησης - διεύθυνσης της πόλης ή του κράτους.
Πολλοί φασίστες καθηγητές, Έλληνες στην καταγωγή, που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, με το πρόσχημα ότι αντιπολιτεύονται την κακιά κυβέρνηση, επελαύνουν κατά των πολιτών - εργαζομένων όταν αυτοί διεκδικούν την συμμετοχή τους στην διεύθυνση και ελέγχο επιχειρήσεων ή του Κράτους, ισχυριζόμενοι ότι αυτό είναι καθήκον και μέλημα των μορφωμένων.
Το ίδιο διδάσκονται φοιτητές σε ορισμένα νεοφιλελεύθερα Ελληνικά πανεπιστήμια, οι οποίοι και αυτοί υποστηρίζουν πως μόνο οι μορφωμένοι πρέπει να ασκούν διεύθυνση στο Κράτος. Μόνο οι μορφωμένοι πρέπει να εκλέγονται στο κοινοβούλιο. Μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και η μάζα πρέπει να υποκλίνεται στους μορφωμένους και να δουλεύουν.
Πιο παλιά, υπήρχε το δόγμα ότι το δικαίωμα της μόρφωση το είχε η Αστική και μικροαστική πλουτοκρατία. Ακόμα και αν τύχαινε από μια κατώτερη τάξη εργατών ή αγροτών σπούδαζε ένα παιδί, ποτέ αυτό δεν είχε την ίδια επαγγελματική μεταχείριση και αντίστοιχη κοινωνική.
Στις περιπτώσει των δασκάλων, οι δάσκαλοι που προέρχονταν από κατώτερες κοινωνικές-οικονομικές τάξεις, κατέκλυζαν τα δημοτικά σχολεία της υπαίθρου και κυρίως μακρινών χωριών.
Στο επίπεδο της κρατικής γραφειοκρατίας και ειδικά στο επίπεδο διεύθυνσης του κατώτερου προσωπικού, προϊστάμενοι διορίζονταν άτομα που είχαν τελειώσει ένα Λύκειο, ήταν "εθνικόφρονες" και η δουλειά τους ήταν να επιδεικνύουν την πρόσφορη δουλεία απέναντι στην μορφωμένη τάξη εξουσίας στο Δημόσιο.
Η μόρφωση ( πανεπιστημιακή) και παιδεία συναντιόταν στο επίπεδο αυτό ως σχέση δουλείας και υποταγής των κατώτερων μορφωτικά, και άρα οικονομικά και κοινωνικά.
Στον ιδιωτικό τομέα, η μόρφωση αποτελούσε μια πολυτέλεια την οποία δεν κατείχαν ούτε οι αγρότες, ούτε οι ψαράδες, ούτε οι κτηνοτρόφοι, ούτε οι εργάτες.
Αποτελούσε τεκμήριο κυριαρχίας της Αστικής και μιας μερίδας μικροαστών που κατείχαν το εμπόριο και την μικρή βιοτεχνία.
Ο τρόπος μέσω του οποίου η οικογένεια προσπαθούσε να επιζήσει, δεν επέτρεπε το κόστος εκπαίδευσης των παιδιών της.
Μόνο οι μεγάλοι αγρότες, με τα πολλά στρέμματα, οι "τσιφλικάδες" της τοπική κοινωνίας μπορούσαν να σπουδάσουν ένα από τα παιδιά της. Όχι όλα, αλλά ένα και αυτό αγόρι. Οι υπόλοιποι απλώς ακολουθούσαν την μοίρα τους.
Η μοίρα των φτωχών ήταν να υπηρετούν τους πλούσιους. Η μοίρα των αμόρφωτων είναι να υπηρετούν τους μορφωμένους. Και αν σήμερα δεν αποτελεί πολυτέλεια η μόρφωση, με την Φασιστική Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, αν τους το επιτρέψουμε, θα αποτελεί.
Η σημερινή Κυβέρνηση, της οποίας δεν αμφισβητείται η ταξικότητα της συνείδησής της και των πολιτικών της προφανώς επιθυμεί σε μια οικονομία καθ' υπαγόρευσης που διαμορφώνει, οι δυνάμενοι να έχουν μόρφωση είναι μόνο οι απολύτως αναγκαίοι και εκείνοι που προέρχονται από την νέα τάξη "εθνικοφρόνων" δηλαδή την νέα πλουτοκρατία ή εκείνο το τμήμα των κοινωνιών που μάχεται για την υπεράσπιση των συμφερόντων των αφεντικών της χώρας, ξένων ή ντόπιων κεφαλαιοκρατών.
Έτσι λοιπόν, και με το επιχείρημα "τι θα κάνουμε με τόσους πολλούς ανέργους ανωτέρας μόρφωσης" και με το άλλο επιχείρημα " τι θα κάνουν οι πολλοί μορφωμένοι στην παραγωγή, όταν αυτό που χρειαζόμαστε είναι φθηνά εργατικά χέρια που θα αδυνατούν λόγω έλλειψης γνωστικών αντικειμένων να αναλάβουν πρωτοβουλίες ή να διεκδικήσουν περισσότερα δικαιώματα", έχει θέσει σε εφαρμογή πολιτικές σκοταδισμού και άρνηση δικαιωμάτων στην εκπαίδευση και την μόρφωση των παιδιών των μη προνομιούχων τάξεων.
Όσο περισσότεροι στοιβάζονται στις "δεξαμενές" αμορφωσιάς, τόσο πιο πολλές δυνατότητες αχρέωτης εκμετάλλευσης δημιουργούνται για τους κλεπτοκράτες επιχειρηματίες, αλλά και τόσο λιγότερο κινδυνεύει η εξουσία τους.
Το ερώτημα είναι πως απαντάμε στις επιδιώξεις σκοταδισμού αυτής της φασιστικής κυβέρνησης.
Στην απόφαση των καθηγητών και των δασκάλων να μην ανοίξουν τα σχολεία με απεργίες διαρκείας, οφείλουμε να ταυτιστούμε και να ενδυναμώσουμε αυτόν τον αγώνα, επειδή δεν είναι μόνο η απειλή στον βιοπορισμό των ιδίων αλλά κυρίως στον πόλεμο κατά του δικαιώματος μόρφωσης των παιδιών του λαού, μιας και το σύστημα που έχει επεξεργαστεί αυτή η φασιστική κυβέρνηση οδηγεί την οικογένεια να καταδικάσει στην αμορφωσιά τα παιδιά της, για να μπορεί να ζήσει και να πληρώσει τους φόρους της.
Στην απόφαση αυτή των καθηγητών και των δασκάλων με την απειλή του Φασίστα υπουργού παιδείας περί επιστράτευσης, οφείλουμε να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των καθηγητών, κάνοντας εμείς οι γονείς καταλήψεις των σχολείων, Δημοτικών, Γυμνασίων, Λυκείων και Πανεπιστημιακών σχολών.
Στην απόφαση αυτή των καθηγητών και δασκάλων δεν μπορούν δημοσιογράφοι να υιοθετούν μυαλά σκοταδισμού και κατινισμού, είτε με την "πένα" τους, είτε με το μικρόφωνο, είτε από το γυαλί της τηλεόρασης.
Αν κάποιοι από αυτούς ή και το σύνολό τους θεωρεί όπως παλιά, ότι αποτελούν θεσμικό τμήμα της εξουσίας και επομένως τα δικά τους παιδιά δεν θα στερηθούν της μορφώσεως, κάνουν μεγάλο λάθος.
Τέτοιους δημοσιογράφους ούτε τους χρειαζόμαστε, ούτε τους υποστηρίζουμε σε όποιο "αγώνα" και αν επιδίδονται, ούτε μπορούν να μας χρησιμοποιήσουν για να φανούν χρήσιμοι στην εξουσία.
Σήμερα, παρακολουθώντας την πρωϊνή εκπομπή της ΕΡΤ, με θέμα την εκπαίδευση και την στάση των καθηγητών και δασκάλων, η εκφωνήτρια με μια βεβαιότητα Καμψή ή Κεδίκογλου επιτέθη στον κ. Κάτσικα, λέγοντας του ότι σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να κλείσουν τα σχολεία.
Προφανώς ορμώμενη από την ανάγκη της, που να αφήσει τα παιδιά της αν τα σχολεία είναι κλειστά.
Οι περισσότεροι που αντιδρούν στο κλείσιμο των σχολείων, ως άμυνα στον σκοταδισμό που καταδικάζει η Κυβέρνηση τα παιδιά του λαού, το κάνουν γιατί το σχολείο αποτελεί διέξοδο φύλαξης των παιδιών τους όταν εκείνοι εργάζονται ή κάποιοι εξ αυτών θα θελαν να πάνε για ψώνια ή για ένα καφέ.
Ας μπούμε λοιπόν στο ζήτημα της εκπαίδευσης ως πολιτικό ζήτημα, δηλαδή ως ζήτημα παιδείας.
Η εκπαίδευση και η παιδεία είναι δύο διαφορετικά πράγματα, που όμως συναντιόνται στο επίπεδο της διοίκησης - διεύθυνσης της πόλης ή του κράτους.
Πολλοί φασίστες καθηγητές, Έλληνες στην καταγωγή, που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, με το πρόσχημα ότι αντιπολιτεύονται την κακιά κυβέρνηση, επελαύνουν κατά των πολιτών - εργαζομένων όταν αυτοί διεκδικούν την συμμετοχή τους στην διεύθυνση και ελέγχο επιχειρήσεων ή του Κράτους, ισχυριζόμενοι ότι αυτό είναι καθήκον και μέλημα των μορφωμένων.
Το ίδιο διδάσκονται φοιτητές σε ορισμένα νεοφιλελεύθερα Ελληνικά πανεπιστήμια, οι οποίοι και αυτοί υποστηρίζουν πως μόνο οι μορφωμένοι πρέπει να ασκούν διεύθυνση στο Κράτος. Μόνο οι μορφωμένοι πρέπει να εκλέγονται στο κοινοβούλιο. Μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και η μάζα πρέπει να υποκλίνεται στους μορφωμένους και να δουλεύουν.
Πιο παλιά, υπήρχε το δόγμα ότι το δικαίωμα της μόρφωση το είχε η Αστική και μικροαστική πλουτοκρατία. Ακόμα και αν τύχαινε από μια κατώτερη τάξη εργατών ή αγροτών σπούδαζε ένα παιδί, ποτέ αυτό δεν είχε την ίδια επαγγελματική μεταχείριση και αντίστοιχη κοινωνική.
Στις περιπτώσει των δασκάλων, οι δάσκαλοι που προέρχονταν από κατώτερες κοινωνικές-οικονομικές τάξεις, κατέκλυζαν τα δημοτικά σχολεία της υπαίθρου και κυρίως μακρινών χωριών.
Στο επίπεδο της κρατικής γραφειοκρατίας και ειδικά στο επίπεδο διεύθυνσης του κατώτερου προσωπικού, προϊστάμενοι διορίζονταν άτομα που είχαν τελειώσει ένα Λύκειο, ήταν "εθνικόφρονες" και η δουλειά τους ήταν να επιδεικνύουν την πρόσφορη δουλεία απέναντι στην μορφωμένη τάξη εξουσίας στο Δημόσιο.
Η μόρφωση ( πανεπιστημιακή) και παιδεία συναντιόταν στο επίπεδο αυτό ως σχέση δουλείας και υποταγής των κατώτερων μορφωτικά, και άρα οικονομικά και κοινωνικά.
Στον ιδιωτικό τομέα, η μόρφωση αποτελούσε μια πολυτέλεια την οποία δεν κατείχαν ούτε οι αγρότες, ούτε οι ψαράδες, ούτε οι κτηνοτρόφοι, ούτε οι εργάτες.
Αποτελούσε τεκμήριο κυριαρχίας της Αστικής και μιας μερίδας μικροαστών που κατείχαν το εμπόριο και την μικρή βιοτεχνία.
Ο τρόπος μέσω του οποίου η οικογένεια προσπαθούσε να επιζήσει, δεν επέτρεπε το κόστος εκπαίδευσης των παιδιών της.
Μόνο οι μεγάλοι αγρότες, με τα πολλά στρέμματα, οι "τσιφλικάδες" της τοπική κοινωνίας μπορούσαν να σπουδάσουν ένα από τα παιδιά της. Όχι όλα, αλλά ένα και αυτό αγόρι. Οι υπόλοιποι απλώς ακολουθούσαν την μοίρα τους.
Η μοίρα των φτωχών ήταν να υπηρετούν τους πλούσιους. Η μοίρα των αμόρφωτων είναι να υπηρετούν τους μορφωμένους. Και αν σήμερα δεν αποτελεί πολυτέλεια η μόρφωση, με την Φασιστική Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, αν τους το επιτρέψουμε, θα αποτελεί.
Η σημερινή Κυβέρνηση, της οποίας δεν αμφισβητείται η ταξικότητα της συνείδησής της και των πολιτικών της προφανώς επιθυμεί σε μια οικονομία καθ' υπαγόρευσης που διαμορφώνει, οι δυνάμενοι να έχουν μόρφωση είναι μόνο οι απολύτως αναγκαίοι και εκείνοι που προέρχονται από την νέα τάξη "εθνικοφρόνων" δηλαδή την νέα πλουτοκρατία ή εκείνο το τμήμα των κοινωνιών που μάχεται για την υπεράσπιση των συμφερόντων των αφεντικών της χώρας, ξένων ή ντόπιων κεφαλαιοκρατών.
Έτσι λοιπόν, και με το επιχείρημα "τι θα κάνουμε με τόσους πολλούς ανέργους ανωτέρας μόρφωσης" και με το άλλο επιχείρημα " τι θα κάνουν οι πολλοί μορφωμένοι στην παραγωγή, όταν αυτό που χρειαζόμαστε είναι φθηνά εργατικά χέρια που θα αδυνατούν λόγω έλλειψης γνωστικών αντικειμένων να αναλάβουν πρωτοβουλίες ή να διεκδικήσουν περισσότερα δικαιώματα", έχει θέσει σε εφαρμογή πολιτικές σκοταδισμού και άρνηση δικαιωμάτων στην εκπαίδευση και την μόρφωση των παιδιών των μη προνομιούχων τάξεων.
Όσο περισσότεροι στοιβάζονται στις "δεξαμενές" αμορφωσιάς, τόσο πιο πολλές δυνατότητες αχρέωτης εκμετάλλευσης δημιουργούνται για τους κλεπτοκράτες επιχειρηματίες, αλλά και τόσο λιγότερο κινδυνεύει η εξουσία τους.
Το ερώτημα είναι πως απαντάμε στις επιδιώξεις σκοταδισμού αυτής της φασιστικής κυβέρνησης.
Στην απόφαση των καθηγητών και των δασκάλων να μην ανοίξουν τα σχολεία με απεργίες διαρκείας, οφείλουμε να ταυτιστούμε και να ενδυναμώσουμε αυτόν τον αγώνα, επειδή δεν είναι μόνο η απειλή στον βιοπορισμό των ιδίων αλλά κυρίως στον πόλεμο κατά του δικαιώματος μόρφωσης των παιδιών του λαού, μιας και το σύστημα που έχει επεξεργαστεί αυτή η φασιστική κυβέρνηση οδηγεί την οικογένεια να καταδικάσει στην αμορφωσιά τα παιδιά της, για να μπορεί να ζήσει και να πληρώσει τους φόρους της.
Στην απόφαση αυτή των καθηγητών και των δασκάλων με την απειλή του Φασίστα υπουργού παιδείας περί επιστράτευσης, οφείλουμε να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των καθηγητών, κάνοντας εμείς οι γονείς καταλήψεις των σχολείων, Δημοτικών, Γυμνασίων, Λυκείων και Πανεπιστημιακών σχολών.
Στην απόφαση αυτή των καθηγητών και δασκάλων δεν μπορούν δημοσιογράφοι να υιοθετούν μυαλά σκοταδισμού και κατινισμού, είτε με την "πένα" τους, είτε με το μικρόφωνο, είτε από το γυαλί της τηλεόρασης.
Αν κάποιοι από αυτούς ή και το σύνολό τους θεωρεί όπως παλιά, ότι αποτελούν θεσμικό τμήμα της εξουσίας και επομένως τα δικά τους παιδιά δεν θα στερηθούν της μορφώσεως, κάνουν μεγάλο λάθος.
Τέτοιους δημοσιογράφους ούτε τους χρειαζόμαστε, ούτε τους υποστηρίζουμε σε όποιο "αγώνα" και αν επιδίδονται, ούτε μπορούν να μας χρησιμοποιήσουν για να φανούν χρήσιμοι στην εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου