ΕΡΤ σε ελεύθερη μετάδοση

Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

Η απουσία θεμελιωδών αρχών πολιτικής σκέψης των Ελλήνων εκλογέων


Με τι κριτήρια θα έπρεπε να ψηφίζαμε. 

Στις  θεμελιώδεις αρχές της πολιτικής σκέψης των Βυζαντινών ο βασιλεύς επιβαλλόταν να διακρίνεται για το ευσεβές του φρόνημα, για την απόλυτη αφοσίωσή του στο ορθό δόγμα και για το ειλικρινές ενδιαφέρον του να καθοδηγεί τους υπηκόους του στην οδό της ευσέβειας. Ακολούθως, όφειλε να αποδεικνύει με κάθε ενέργεια και κάθε λόγο του την προσήλωσή του στις επιταγές του δικαίου, το ειλικρινές ενδιαφέρον του για τη διατήρηση της ειρηνικής έννομης τάξης και της κοινωνικής συνοχής, καθώς και την αμεροληψία του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Πέραν αυτών, έπρεπε να καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του να παρέχει αδιαμφισβήτητα τεκμήρια για την αποτελεσματικότητά του αναφορικά με την προάσπιση της αυτοκρατορίας από κάθε απειλή, για τα φιλάνθρωπα αισθήματά του έναντι των υπηκόων του, για την άρτια ηθική του συγκρότηση, καθώς και για την ικανότητά του να διαχειρίζεται με σύνεση τους δημοσιονομικούς πόρους της αυτοκρατορίας και να επιλέγει τα κατάλληλα πρόσωπα για τις νευραλγικές θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Οι θεμελιώδεις αυτές αρχές της πολιτικής σκέψης των Βυζαντινών ήταν και αρχές των φορέων της ίδιας βασιλικής εξουσίας.
Στην δική μας περίπτωση, ποτέ δεν μας απασχόλησε η πολιτική θεωρία της κυβερνητικής – Πρωθυπουργικής  εξουσίας   ούτε  η ιδεολογία  αυτής καθ’ αυτής της εξουσίας .
Έτσι ουδέποτε διατυπώθηκε ένας κανόνας θεμελιωδών χαρακτηριστικών που οφείλει να έχει ο Πρωθυπουργός και για αυτόν να κρίνεται πέραν από την ιδεολογία της πολιτικής του πρότασης ως κυβερνητικό έργο ώστε να αξιολογηθεί ως εκλόγιμος για το αξίωμα της εξουσίας επί του Κράτους και του Λαού.  
Ας μην μπερδέψουμε στην προβληματική αυτή άλλα πράγματα. Μιλάμε για έναν κανόνα που εκπαιδευτικά και βιωματικά ο κάθε πολίτης έχει υπόψη του , ως κοινός τόπος και που κατ’ αρχήν κρίνει τον υποψήφιο για παραγωγό, χρήστη, διαχειριστή εξουσίας πριν εξετάσει την ιδεολογική του προσήλωση ή ένταξη και πριν θέσει υπό κρίση και αντιπαραθετικά τον  έναν διεκδικητή από τον άλλον της Πρωθυπουργικής εξουσίας.

Σε δεύτερο χρόνο εκείνο που θα έπρεπε να μας απασχολήσει θα ήταν το  «Ορθό Δόγμα» και σε τρίτο χρόνο η αφοσίωση του σε αυτό. Διότι θα έπρεπε το ορθόν δόγμα να ταυτιζόταν με το δικό μας. Ο κάθε ένας στην βάση του καταμερισμού εργασίας και της θέσης που κατέχει  προς αυτόν, θεμελιακά είναι φορέας υπερασπιστής ενός ορθού δόγματος.  Και το ορθόν Δόγμα επειδή  είναι παιδί της ιδεολογίας , η οποία και εκείνη είναι δογματική από την φύση της , τόσο το άτομο όσο και το σύνολο της κάθε ιδεολογικής ταυτότητας, έχει υπόψη του το ορθόν δόγμα. 
Αλλά και εδώ πάλι , επειδή δεν έχουμε μοναρχία , το Ορθόν Δόγμα, της ίδιας ιδεολογικής φατρίας δεν είναι  εύλογα  κοινό ........

Αλλά πάμε πάλι στην προκείμενη περίπτωση των επερχόμενων εκλογών, που φαίνεται όπως δείχνουν τα αποτελέσματα μιας άλλης εκλογικής διαδικασίας, πως οι πολίτες συγκεντρώνονται πλειοψηφικά υπέρ του Καπιταλιστικού δόγματος του Νεοφιλελευθερισμούς και των επιταγών των Μνημονίων, της Τρόικα και του ΔΝΤ,  θεωρώντας το πως είναι και δικό τους "ορθό δόγμα".  Και τούτο διότι πιστεύουν πως ιδεολογικά ή Πολιτικά κατέχουν την ιδία θέση στο καταμερισμό εργασίας με εκείνη που έχει ας πούμε ο Μυτιληναίος , ιδιοκτήτης της Αλουμίνιο ΑΕ ή ας πούμε ο Σκλαβενίτης, ιδιοκτήτης της αλυσίδας Σουπερ Μαρκετ. Ή ακόμη χειρότερα, πως το δόγμα αυτό που είχε υιοθετήσει η Κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου, δηλαδή Νέας Δημοκρατίας - ΠΑΣΟΚ, κακώς καταψηφίστηκε το 2015.

Όπως επίσης διαπιστώνω πως ουδόλως απασχολεί τον ψηφοφόρο το  «  ευσεβές φρόνημα»,   η «προσήλωσή του στις επιταγές του δικαίου»,  « το  ειλικρινές ενδιαφέρον του για την κοινωνική συνοχή» αφού προϋπήρξε υπουργός με διωγμούς δημοσίων υπαλλήλων και εξακολουθών να έχει την ίδια ιδεολογική θέση εναντίον των δημοσιονομικών του κράτους και  υιοθετεί τον Αντί-κοινωνικό του χαρακτήρα ως επιταγή συνταγματική και εντολή του λαού που εκφράζεται με ψήφο προτίμησης στο πρόσωπό του, και εναντίον επίσης των θέσεων εργασίας στο Δημόσιο, της διατήρησης του Δημοσίου χαρακτήρα των λειτουργιών του κράτους, κλπ.  

Και αυτά μάλιστα συγκρούονται με την ηθική ενός ηγεμόνα ο οποίος  παραβιάζει και άλλους θεμελιακούς κανόνες που οι ψηφοφόροι δεν τους λαμβάνουν εκ των προτέρων υπόψη στην  κρίση επιλογής τους ή γιατί δεν τους γνωρίζουν είτε γιατί δεν έχουν την ικανότητα κρίσεως είτε πάλι διότι έτσι έμαθαν. 

«Έπρεπε  καθ’ όλη τη διάρκεια της υπουργίας  του,  αλλά και μετά ως Αρχηγού του Κόμματος το οποίο είχε κυβερνήσει,  να παρέχει αδιαμφισβήτητα τεκμήρια για την αποτελεσματικότητά του αναφορικά με την προάσπιση των συμφερόντων  του Λαού και του Κράτους από κάθε απειλή»  και αυτό θα έπρεπε να αποτελεί κριτήριο επιλογής.
Είναι ή δεν είναι απειλή η προσήλωση του στα  μνημόνια και στις παραδοχές του ΔΝΤ εναντίον του όγκου των δημοσίων παροχών  και των εργαζομένων σε αυτές;
Είναι  ή δεν είναι  απειλή εναντίον του λαού η ενεργή συμμετοχή  του στην αύξηση της ανεργίας, στην καταστροφή θέσεων εργασίας και συμπερασματικά αύξηση του κόστους της φορολογικής ικανότητας όσων έμειναν να εργάζονται πληρώνοντας και τους αναλογούντες φόρους των ανέργων ;
Τέλος μπαίνει σε σαφή αμφισβήτηση «η ικανότητά του να διαχειρίζεται με σύνεση τους δημοσιονομικούς πόρους του κράτους» ,αφού με την φορολογική αφαίμαξη των υπηκόων του Κράτους, αφαιρούσε ταυτόχρονα, τόσο ως υπουργός όσο και ως μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου,  και την οικονομική  ικανότητα  των πολιτών να ανταπεξέρχονται στις ανάγκες τους πέραν των ληστρικών φόρων που υποβάλλονταν και σαν να μην έφτανε αυτό,  και την αφαίρεσης  δικαιωμάτων από την κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε, του Κόμματος που κυβερνούσε και που αμέσως μετά την ήττα έγινε αρχηγός του;

Δηλαδή τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας άξιος να έχει ρόλο Πρωθυπουργού πρέπει πρώτα απ’ όλα να επηρεάζουν τη ορθή κρίση των ψηφοφόρων; 
Δεν πρέπει  να είναι κανόνας για όλους όσους επιθυμούν την εκλογή τους στο ύπατο αξίωμα του Πρωθυπουργού; Δεν πρέπει αυτόν τον κανόνα να τον διδάσκει το Κοινοβούλιο, τα κόμματα, οι κοινωνικές οργανώσεις των εργαζομένων; 

Πάμε τώρα σε ένα ακόμη κεφάλαιο που σχετίζεται με την ικανότητα να αντιλαμβάνεται ο υποψήφιος για Πρωθυπουργός, τις αποφάσεις και τις πολιτικές του προτεραιότητες οι οποίες είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία και στην εργασία καθώς και στην δίκαιη ανάπτυξη. . 
Ο όρος κατ’ αρχήν «δίκαιη ανάπτυξη»  είναι άκρως πολιτικός όρος που οριοθετεί  το σύνολο των ανισοτήτων που διέπουν στον καταμερισμό εργασίας  την πάλη των τάξεων.
Ο συγκεκριμένος υποψήφιος έχει διατυπώσει το δόγμα των ανισοτήτων ως φυσική υπόσταση χαρακτηριστικών ιδιοτήτων ανάμεσα στους ανθρώπους και στην θέση που έχουν  με βάση τον καταμερισμό εργασίας και επομένως είναι αντίθετος με την μη ύπαρξη των ανισοτήτων ή την εφαρμογή πολιτικών εναντίον τους.
Γι’ αυτό προκρίνει την Αριστεία και τους Άριστους, τους γόνους δηλαδή της πλουτοκρατίας των ειδικών σχολείων που πρέπει να προηγούνται στην οικονομία και την πολιτική της χώρας  ή την ανισότητα που παράγει εκμετάλλευση ανάμεσα στον καπιταλιστή εργοδότη ή γενικά εργοδότη και τον εργαζόμενο.
Αλλά βλέποντας την πολιτική του ως υπουργού της Κυβέρνησης Σαμαρά και υιοθετώντας την σήμερα ως Αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας και υποψήφιου Πρωθυπουργού, δεν αναλογίστηκε καθόλου τις επιπτώσεις σε βάρος της οικονομίας της Μεσαίας παραγωγικής Τάξης  και της Μεσαίας Μισθολογικής στους Εργαζόμενους, οπότε υιοθετεί ως σωστή την πολιτική που πρέπει μετά το διάλειμμα ή την οπισθοχώρηση που επέφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να συνεχιστούν οι  πολιτικές  της Δεξιάς , πολιτικές  της Τρόικα και του ΔΝΤ .

Να λοιπόν το κριτήριο :  η ευφυΐα του Πρωθυπουργού  ή του εν δυνάμει Πρωθυπουργού, αναφορικά με την ασφάλεια του Κράτους και των πολιτών  διαφαίνεται και από την ικανότητά του να αντιλαμβάνεται στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα εσφαλμένες επιλογές που έκανε και να τις διορθώνει άμα τη συνειδητοποιήσει τους προς όφελος του ιδίου και του λαού.
 
Αυτό όμως το κριτήριο λειτουργεί αμφίδρομα.  Δηλαδή και ο λαός αν δεν είναι σε θέση να κατανοήσει τους λόγους που καταψήφισε μια κυβέρνηση και προσπαθεί να την επαναφέρει στην Εξουσία χωρίς να έχουν εκλείψει οι λόγοι καταψήφισης της , και εκείνη υπόσχεται να κυβερνήσει με τις πολιτικές που εφάρμοσε και που γι΄ αυτές καταψηφίστηκε από τον λαό, τότε και ο ίδιος ο λαός στερείται και ευφυΐας και ηθικής.
Επιπλέον ο  συγκεκριμένος υποψήφιος είναι επίσης ισχυρός οπαδός της θεωρίας της Αριστερής παρέκκλισης ή «Αριστερής Παρένθεσης». Για τον λόγο αυτό επαναλαμβάνει το θεωρητικό πολιτικό  αφήγημα της κυβέρνησης Σαμαρά που πλαισιώνεται  με επιπλέον στοιχεία νεοφιλελευθερισμού , όπως η πολεμικής των επιδομάτων ή αλλιώς  η ακροδεξιά γραμμή Βέμπερ. 
Και αυτό, δηλαδή η μη κατανόηση της αδιέξοδης πολιτικής θεώρησης και πράξης που προηγήθηκε επί κυβερνήσεως Σαμαρά, με τις χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο, την καταστρατήγηση του Συντάγματος, την αλματώδη αύξηση της ανεργίας με επακόλουθο το μαζικό κλείσιμο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, αποδεικνύουν το μέγεθος έλλειψης ευφυΐας του «ηγέτη»,  το μέγεθος της ανικανότητάς του , αλλά ανικανότητας και των συμβούλων που έχει επιλέξει να τον επικουρούν να διορθώσουν αυτήν την πορεία, την οποία βλέπουν πως μπορούν να συνεχίσουν από εκεί που σταμάτησε τον Γενάρη του 2015.
 Και αυτό επίσης αποτελεί βασικό κριτήριο της επιλογής κάποιους για το Ύπατο αξίωμα του Πρωθυπουργού. Δηλαδή η άρνηση παραδοχής του σφάλματος και η εμμονή σε αυτό ΔΕΝ δίνει την βεβαιότητα της ορθής επιλογής κρίσεως υπέρ  της υποψηφιότητας του για Πρωθυπουργός ούτε και του κόμματός του για νικητή των εκλογών.
Ένα ακόμη εξίσου σοβαρό κριτήριο  και ίσως από τα σοβαρότερα είναι το «ευσεβές φρόνημα» . ΟΧΙ το ιδεολογικό , το δογματικό φρόνημα,  ας πούμε « ανήκουμε στον καπιταλισμό ( δηλαδή στην Δύση) και επομένως αυτό το φρόνημα υπερασπιζόμαστε».
Το ευσεβές φρόνημα του Ηγέτη, εκδηλώνεται με πολιτικές δικαιοσύνης, ισονομίας, ισοπολιτείας, δικαιωμάτων στην εργασία, πολιτικές εξάλειψης  των ανισοτήτων, εξάλειψης της φτώχειας , εξάλειψης της ανεργίας που μαζί με την φτώχεια οδηγούν στον κοινωνικό αποκλεισμό, δραστικής μείωσης της υπεροχής των ισχυρών  σε βάρος των ανίσχυρων , παραγωγής πολιτών  ευημερίας του λαού, πολιτικών ασφάλειας του Κράτους έναντι εξωτερικών κινδύνων κλπ  και τέλος ,  του παραδείγματος ζωής του που αποτελούν οδικό χάρτη ηθικής της εξουσίας που  διδάσκει τους πολίτες.
Ποιο είναι το παράδειγμα Ζωής του,  που μας καθοδηγεί ο Μητσοτάκης  ως ηθική πρόταση και που θα πρέπει  ο λαός να ακολουθήσει στον καθημερινό του βίο;
Αλήθεια γιατί αυτό, το «ευσεβές  Φρόνημα» δεν αποτελεί την κορωνίδα των κριτηρίων στην επιλογή ενός διεκδικητή του Ύπατου Αξιώματος του Πρωθυπουργού;  
Αυτά λοιπόν είναι κάποια κριτήρια που θα έπρεπε να είχε υιοθετήσει ο Ελληνικός λαός για τις επιλογές  του,  πέραν από την ιδεολογική τοποθέτηση ή την κομματική ένταξη του κάθε πολίτη

Δύο συμπεράσματα:
Το πρώτο είναι πως δεν έχουμε συμφωνήσει σε κανέναν κανόνα θεμελιακών αρχών πολιτικής Εξουσίας. 
Δεύτερον ,τίποτε που ισχύει για τον ένα διεκδικητή δεν σημαίνει πως δεν ισχύει και για τον άλλον και για τον καθένα που επιθυμεί συγκεκριμένη θέση στα δημόσια και κυβερνητικά πράγματα.  .
Δυστυχώς οδεύουμε σε ένα ακόμη ολέθριο λάθος και σε μια ακόμη απόδειξη του πόσο ανήθικος και ολίγιστος είναι  ο αλός στην γενική και στην ειδική του έννοια.


ΥΣ.
Στην ειδική  του έννοια, λαός είναι και οι πολιτικοί και οι δικαστές και όλοι εκείνοι που τους ορίζουμε ως Πολιτικό Προσωπικό του Συστήματος.